Με το προβάδισμα της κυβερνητικής παράταξης να κυμαίνεται κοντά στα όριο των
εκλογών του 2019 ή και πάνω από αυτό, η πολιτική ζωή της χώρας εισέρχεται στην τελική ευθεία προς τις κάλπες με τα σενάρια
για την ακριβή ημερομηνία διεξαγωγής να παραμένουν ανοικτά.
Οι έντονα προεκλογικοί ρυθμοί που επικράτησαν την τελευταία εβδομάδα, με την πολυπρόσωπη διήμερη κυβερνητική εξόρμησηστην Πάτρα, μαρτυρούν ότι για τον πρωθυπουργό
Κυριάκο Μητσοτάκη παραμένει ισχυρός ο
«πειρασμός» να ζητήσει συντομότερα ανανέωση της θητείας του, αξιοποιώντας το γεγονός ότι
«απεδείχθη ατελέσφορη και η νέα προσπάθεια της αξιωματικής αντιπολίτευσης να αλλάξει τους συσχετισμούς με επίμονη επένδυση στη σκανδαλοθηρία».
Δεν είναι λίγοι εκείνοι στο κυβερνητικό στρατόπεδο που με το επιχείρημα
«το γοργόν και χάριν έχει», εισηγούνται στον πρωθυπουργό να εξετάσει το ενδεχόμενο της προκήρυξης εκλογών στο τέλος Ιανουαρίου, υπολογίζοντας ότι η 9η Απριλίου, που είναι Κυριακή των Βαΐων, θα είναι η πιθανότερη ημερομηνία για τη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση. Αν ισχύει ένα τέτοιο χρονοδιάγραμμα,
τότε οι πρώτες κάλπες πρέπει να προγραμματιστούν για τις 5 Μαρτίου και οι διαδικασίες για τον σχηματισμό κυβέρνησης θα γίνουν μετά το Πάσχα και προς τα τέλη Απριλίου.
Σε αντίθεση περίπτωση, κατά την οποία ο πρωθυπουργός απορρίψει και πάλι τις εισηγήσεις που δέχεται για επιτάχυνση του ορισμού των εκλογών, τότε
η 21η Μαΐου παραμένει η επικρατέστερη ημερομηνία διεξαγωγής της πρώτης εκλογικής αναμέτρησης και περί τον ένα μήνα αργότερα, πιθανότατα στις 25 Ιουνίου θα στηθεί η «επαναληπτική» κάλπη.
«Μυρίζει ήδη εκλογές…»
Στη διάρκεια του Σαββατοκύριακου ο πρωθυπουργός επιβεβαίωσε ότι βρισκόμαστε στην τελική ευθεία προς τις εκλογές. Ειδικότερα, το Σάββατο περιοδεύοντας στην Καλλιθέα Αττικής δήλωσε:
«Το κλίμα ήδη μυρίζει εκλογές. Και δικαιολογημένα, θα έλεγα, καθώς μπαίνουμε πια στην τελική ευθεία για τις εκλογές του 2023,
που θα φέρουν και πάλι τη Νέα Δημοκρατία πρώτη και αυτοδύναμη».
Από το Λονδίνο, εξάλλου, στο οποίο ταξίδεψε την Κυριακή ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας στα στελέχη και στους φίλους της ΝΔ στη βρετανική πρωτεύουσα,
ανέλυσε τον ιδιαίτερο χαρακτήρα αυτών των εκλογών και έθεσε ξανά τα εκλογικά διλήμματα.
«Όταν έρθει η ώρα των
εκλογών θα μπορούμε εύκολα να συγκριθούμε με την αντιπολίτευση και να προτάξουμε τι πετύχαμε εμείς αυτά τα τέσσερα χρόνια και τι πέτυχε ο ΣΥΡΙΖΑ, ή τι δεν πέτυχε μάλλον
τα τέσσερα χρόνια της δικής του διακυβέρνησης. Και τα
διλήμματα πιστεύω ότι θα είναι πολύ απλά: θέλουμε να συνεχίσουμε σε αυτή την πορεία, ή να γυρίσουμε πίσω», υπογράμμισε.
Ο πρωθυπουργός ζήτησε από τους Έλληνες που κατοικούν στη Βρετανία να είναι παρόντες στην εκλογική μάχη, είτε εγγραφόμενοι στους
ειδικούς εκλογικούς για να ψηφίσουν από εκεί που κατοικούν, είτε ταξιδεύοντας στη χώρα μας την ημέρα των εκλογών. «Έχει πολύ μεγάλη σημασία, κάθε ψήφος μετράει. Ξέρετε ότι θα έχουμε μπροστά μας, μάλλον, μία διπλή κάλπη. Και η πρώτη κάλπη -
εγώ δεν θέλω να μιλώ για δύο κάλπες, θέλω να μιλάω για μία εθνική εκλογή- θα μας δώσει τη δυνατότητα να χτίσουμε εκείνο το επίπεδο στήριξης
για να πάμε στη δεύτερη κάλπη να πετύχουμε την αυτοδυναμία».
«Τη χρειαζόμαστε την αυτοδυναμία επειδή ακριβώς η χώρα πρέπει να κυβερνηθεί με ταχύτητα και με αποτελεσματικότητα. Αποδείξαμε ότι μπορούμε να το κάνουμε,
θα το ξανακάνουμε και στις επόμενες εκλογές», πρόσθεσε ο κ. Μητσοτάκης.
Στην ακρίβεια και την οικονομία το ενδιαφέρον της κοινωνίας
Η συζήτηση για τον χρόνο των εκλογών αναζωπυρώθηκε από τη στιγμή που
-μετά και το δεύτερο κύμα δημοσιευμάτων- ξεκαθαρίστηκε ότι η υπόθεση των παρακολουθήσεων απασχολεί μεν τους πολίτες, αλλά η σημασία που της δίνεται είναι σαφώς υποδεέστερη από εκείνη στα ζητήματα της ακρίβειας και ευρύτερα της οικονομίας, προς τα οποία στρέφεται το ενδιαφέρον και η ανησυχία της πλειονότητας της κοινωνίας.
Η κατεύθυνση αυτή των πολιτών «συνάδει», όπως λένε συνεργάτες του πρωθυπουργού, «με τις προτεραιότητες της κυβέρνησης».
Σε αυτό το πλαίσιο, ο
Κυριάκος Μητσοτάκης εκφράζει με κάθε ευκαιρία την πεποίθησή του ότι οι πολίτες νιώθουν ότι η Πολιτεία είναι δίπλα τους, ότι εξαντλεί όλες τις δυνατότητες τις οποίες έχουμε, αλλά ταυτόχρονα,
δεν είμαστε καθόλου διατεθειμένοι να υποκύψουμε στα νέα “δώστα όλα” και στις ψεύτικες λύσεις του λαϊκισμού».
Στελέχη του κυβερνητικού επιτελείου υποστηρίζουν ότι η κοινή γνώμη αναγνωρίζει την αποτελεσματικότητα των μέτρων που ελήφθησαν για την αναχαίτιση της ακρίβειας, αρ
χικώς με τις επιδοτήσεις που «ξεφούσκωσαν» τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου και εν συνεχεία με το «καλάθι του νοικοκυριού» που
, παρά τις επιφυλάξεις και τις αμφισβητήσεις με τις οποίες έγινε δεκτό, φαίνεται να αποδίδει, συμβάλλοντας στη συγκράτηση του πληθωρισμού και στην προστασία των πλέον ευάλωτων οικονομικών στρωμάτων.
Εκτιμούν επιπλέον ότι τα επικείμενα μέτρα και κυρίως η αύξηση των συντάξεων που θα αρχίσει να δίνεται από τον επόμενο μήνα για πρώτη φορά έπειτα από πολλά χρόνια, όπως και η
«επιταγή ακρίβειας» στους ασθενέστερους» που θα καταβληθεί λίγο πριν τα Χριστούγεννα θα τονώσουν έτι περαιτέρω τη θετική εικόνα που έχουν οι πολίτες για την κυβέρνηση,
κυρίως όταν τη συγκρίνουν με την προκάτοχό της διακυβέρνηση από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Διαφορά 8 έως 10 μονάδες δείχνουν οι αναγωγές
Την ίδια ώρα, άλλωστε, από τα ευρήματα τόσο των μυστικών μετρήσεων της κοινής γνώσης
που γίνονται για λογαριασμό των κομματικών επιτελείων, όσο και από τις δημοσκοπήσεις οι οποίες βλέπουν το φως της δημοσιότητας, προκύπτει ότι η απόσταση που χωρίζει
τη Νέα Δημοκρατία από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι μεταξύ οκτώ και δέκα εκατοστιαίων μονάδων. Εφόσον, μάλιστα, οι επιδόσεις αυτές επιβεβαιωθούν στην πρώτη κάλπη, που το κυβερνητικό επιτελείο επιμένει ότι πρέπει «να λογίζεται και ως τελική», τότε, όπως εκτιμούν συνεργάτες του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη,
«ο στόχος της αυτοδυναμίας είναι εφικτός».
Μπορεί μόνον ο επικεφαλής της εταιρίας Metron Analysis Στράτος Φαναράς να ανέλαβ
ε το ρίσκο να δώσει διαφορά 10,2% στην εκτίμηση του τελικού εκλογικού αποτελέσματος, βασιζόμενος στα ευρήματα της μέτρησης που παρουσίασε την Πέμπτη στο Mega, πλην, όμως,
αντίστοιχες τάσεις αποτυπώνονται στις έρευνες που διεξήγαγαν τις τελευταίες μέρες άλλες εταιρίες.
Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι στον ιστότοπο «europeelects.eu» που κάνει αναγωγές των ευρημάτων από όλες τις μετρήσεις, οι επιδόσεις των τριών μεγαλύτερων κομμάτων στην πρόθεση ψήφου, όπως προκύπτει από τις τέσσερις πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις που δημοσιεύθηκαν,
υπολογίζονται ως εξής:
*Metron Analysis (Mega): ΝΔ 36%, ΣΥΡΙΖΑ 26%, ΠΑΣΟΚ 14%.
*Pulse (Σκάι):ΝΔ 37% ΣΥΡΙΖΑ 29%, ΠΑΣΟΚ 13%.
*Alco (Alpha): ΝΔ 35%, ΣΥΡΙΖΑ 27%, ΠΑΣΟΚ 13%.
*Interview: ΝΔ 36%, ΣΥΡΙΖΑ 28%, ΠΑΣΟΚ 11%.
Κυβερνητικοί αξιωματούχοι οι οποίες αναλύουν το σύνολο των ευρημάτων
από όλες τις δημοκοπήσεις κατατείνουν στο συμπέρασμα ότ
ι η πολιτική κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας, που ξεκίνησε την άνοιξη του 2016 παραμένει σταθερή, ενώ έπειτα από τριάμισι χρόνια διακυβέρνησης οι πολίτες στην πλειονότητά
τους εκφράζουν εμπιστοσύνη στον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Σε πείσμα, όπως σημειώνουν, του αφηγήματος Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος «μόνιμα και σταθερά προβλέπει κατάρρευση της κυβέρνησης», οι θετικές αξιολογήσεις
για τον πρωθυπουργό κινούνται σε υψηλά επίπεδα που σε πολλές περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα η διαχείριση των εθνικών θεμάτων, εκτινάσσονται σε ποσοστά υπερδιπλάσια του αρχηγού της αξιωματικής
αντιπολίτευσης. Ξεκάθαρη είναι, εξάλλου, η υπεροχή
Μητσοτάκη έναντι του προκατόχου του στην αξιολόγηση ενός εκάστου να αντιμετωπίσει
τα προβλήματα των πολιτών και της χώρας από τις εξωγενείς κρίσεις.
Αντιστοίχως, σε όλες τις έρευνες αποτυπώνεται με σαφήνεια η αρνητική γνώμη των πολιτών για τον
ΣΥΡΙΖΑ και τον
Αλέξη Τσίπρα. Οι επιδόσεις της αξιωματικής και του αρχηγού της παραμένουν καθηλωμένες σε επίπεδα που υπολείπονται των ποσοστών που κατέγραψαν στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές. Στην έρευνα της
Metron και σε ερώτημα για την καταλληλότητα για πρωθυπουργός,
ο Κυριάκος Μητσοτάκης συγκεντρώνει 37%, ο
Αλέξης Τσίπρας 17%, ο
Νίκος Ανδρουλάκης 6% και ο…
«κανένας» 27%.
Οι κεντρώοι και η «ρεαλιστική στροφή» Ανδρουλάκη
Ακόμη πιο ενδιαφέροντα είναι τα ευρήματα για την θετική αξιολόγηση που γίνεται από τους πολίτες στο πρόσωπο του πρωθυπουργού, που φθάνει στο 44%,
αλλά και της κυβέρνησης που βρίσκεται στο 39%, όταν η αντίστοιχη θετική αξιολόγηση για τον Αλέξη Τσίπρα περιορίζεται στο 21% και για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης
βρίσκεται ακόμη πιο χαμηλά στο 17%.
Κυβερνητικοί αξιωματούχοι επισημαίνουν ότι,
υπό αυτές τις συνθήκες, ο στόχος της αυτοδυναμίας μπορεί να καταστεί επιτεύξιμος, καθώς η ΝΔ διατηρεί βάσιμη προσδοκία να ανεβάσει την επίδοσή της εκμεταλλευόμενη
το θετικό κλίμα υπέρ του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης που υπερβαίνει τα ποσοστά που συγκεντρώνει στην πρόθεση ψήφου.
Εκτιμούν ότι στις παρυφές της κυβερνητικής παράταξης υπάρχει μια δεξαμενή
με φίλια διακείμενες δυνάμεις που τηρούν στάση αναμονής ως προς την επιλογή την οποία θα κάνουν στην κάλπη, πλην, όμως, εκφράζουν συμπάθεια στον πρωθυπουργό και στην κυβέρνησή του και αποδοκιμασία προς την αξιωματική αντιπολίτευση και την ηγεσία της.
Σύμφωνα με την εξήγηση που δίνουν επιτελείς του Μεγάρου Μαξίμου, η διαφορά αυτή παρατηρείται εξαιτίας μιας μεγάλης μερίδας των μετριοπαθών πολιτών που κινούνται στον χώρο του Κέντρου και θέλουν τη σταθερότητα στη χώρα. Ανάμεσά τους περιλαμβάνονται και «αρκετοί (που δηλώνουν ή είναι εν δυνάμει)
ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ και δεν συμπαθούν τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ».
Υπό το φως αυτών των ευρημάτων, δεν πέρασε απαρατήρητος ο επαναπροσανατολισμός της θέσης του αρχηγού του
ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη για το καίριο ζήτημα των
μετεκλογικών συνεργασιών στην περίπτωση που δεν προκύψει μονοκομματική αυτοδυναμία. Η τοποθέτησή του υπέρ των προγραμματικών συμφωνιών θεωρείται ως «
στροφή προς τον ρεαλισμό» που θέλουν οι οπαδοί και φίλοι του κόμματός του, αλλά και εν γένει οι μετριοπαθείς ψηφοφόροι, «οι οποίοι δεν άκουγαν ευχάριστα τη μέχρι πρότινος στείρα άρνηση του κ. Ανδρουλάκη,
που συνοψίζονταν στη φράση “ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας για πρωθυπουργός”».
Αναλυτές, υποστηρίζουν ότι ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ έκανε αυτή τη στροφή, «
ακολουθώντας τους ανθρώπους της παράταξης του που θέλουν το κόμμα τους να είναι υπεύθυνη πολιτική δύναμη που συμβάλει στη σταθερότητα». Επιπλέον θεωρούν ότι με τον τρόπο αυτό ο κ. Ανδρουλάκης «επιχειρεί να προλάβει την επαπειλούμενη σύνθλιψη με την οποία θα βρεθεί αντιμέτωπος
όταν μετά τις πρώτες εκλογές της απλής αναλογικής, οι ηγεσίες της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ θα θέσουν με ακόμη πιο επιτακτικό τρόπο τα σκληρά διλήμματα της διακυβέρνησης».
Προωθητικά για
τις επιδιώξεις της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού λειτουργούν, εξάλλου, και τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων για τη μορφή που πρέπει να λάβει το μετεκλογικό πολιτικό σκηνικό. Ειδικότερα,
σύμφωνα με την Metron Analysis, το 51% των ερωτηθέντων τάσσεται υπέρ των αυτοδύναμων κυβερνήσεων, προοπτική που υποστηρίζεται από την κυβερνητική παράταξη,
ενώ το 47% εκφράζεται υπέρ των κυβερνήσεων συνεργασίας. Σε αντίστοιχο ερώτημα της
Pulse, προτίμηση σε αυτοδύναμη κυβέρνηση εξέφρασε το 44%, ενώ κυβέρνηση συνεργασίας με ένα ή περισσότερα κόμματα δήλωσε ότι θέλει το 37%.